Η Ιουλία Μπίμπα υπήρξε μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της ελληνικής αντίστασης κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Γεννημένη στη Σάμο στις 31 Μαΐου 1910, έζησε στην Αθήνα, όπου μαζί με τον τυφλό σύζυγό της, Κωνσταντίνο Μπίμπα, πάλευαν να επιβιώσουν κάτω από τις δύσκολες συνθήκες της κατοχής.
Η Ιουλία, εργαζόμενη ως παραδουλεύτρα και διδάσκοντας στο κατηχητικό σχολείο της γειτονιάς της, απέκτησε το ψευδώνυμο "δασκαλίτσα".
Η Ιουλία Μπίμπα μυήθηκε στην αντιστασιακή οργάνωση ΠΕΑΝ (Πανελλήνιος Ένωσις Αγωνιζομένων Νέων) τον Μάρτιο του 1942 από τη φίλη της Αικατερίνη Μπέση.
Μέσα από τις δράσεις της οργάνωσης, έγραφε συνθήματα στους τοίχους της Αθήνας και μοίραζε παράνομα έντυπα, προσπαθώντας να κρατήσει ψηλά το ηθικό του λαού που υπέφερε από την πείνα και την καταπίεση των Ναζί.
Η κορυφαία πράξη αντίστασης στην οποία συμμετείχε ήταν η ανατίναξη των γραφείων της φιλοναζιστικής οργάνωσης ΕΣΠΟ, στις 20 Σεπτεμβρίου 1942.
Η βόμβα κατασκευάστηκε στο σπίτι της Ιουλίας με δέκα οκάδες δυναμίτη, και εκείνη την μετέφερε με ψυχραιμία στην Πλατεία Κάνιγγος μέσα σε μια τσάντα για ψώνια.
Η έκρηξη προκάλεσε την κατάρρευση του κτιρίου της ΕΣΠΟ, σκοτώνοντας δεκάδες μέλη της οργάνωσης και δίνοντας ισχυρό χτύπημα στις δυνάμεις των κατακτητών.
Η ηρωική δράση της Ιουλίας Μπίμπα δεν πέρασε απαρατήρητη από τους κατακτητές. Στις 11 Νοεμβρίου 1942, μετά από προδοσία, οι Γερμανοί συνέλαβαν 13 μέλη της ΠΕΑΝ, μεταξύ των οποίων και την Ιουλία.
Ο προδότης ήταν ο χωροφύλακας Πολύκαρπος Νταλιάνης, ο οποίος λειτουργούσε ως διπλός πράκτορας και πληροφοριοδότης των Γερμανών.
Η αμοιβή του για την προδοσία των αγωνιστών ήταν τρεις χρυσές λίρες για κάθε αντιστασιακό.
Η Ιουλία φυλακίστηκε στο Εμπειρίκειο Άσυλο, στην Πλατεία Μαβίλη, το οποίο είχε μετατραπεί σε γυναικεία φυλακή.
Εκεί υποβλήθηκε σε σκληρά βασανιστήρια, αλλά αρνήθηκε να προδώσει τους συντρόφους της ή οποιαδήποτε άλλη πληροφορία για την αντίσταση.
Στις 31 Δεκεμβρίου 1942, το γερμανικό στρατοδικείο Αθηνών καταδίκασε την Ιουλία Μπίμπα δις εις θάνατον «διά πελέκεως», με τις κατηγορίες της παράνομης κατοχής όπλων και εκρηκτικών, σαμποτάζ και απόπειρας δολοφονίας.
Ήταν μια σκληρή απόφαση, ιδιαίτερα γιατί οι Γερμανοί δεν είχαν εκτελέσει ποτέ πριν γυναίκα στην Ελλάδα.
Ο τρόπος εκτέλεσης, με αποκεφαλισμό, φαινόταν να επιλέχθηκε λόγω του φύλου της, καθώς στην Ελλάδα δεν γίνονταν τέτοιες εκτελέσεις.
Ως αποτέλεσμα, η Ιουλία παρέμεινε φυλακισμένη μέχρι να μεταχθεί στο εξωτερικό για την εκτέλεση της ποινής της.
Η Ιουλία Μπίμπα αποκεφαλίστηκε με γκιλοτίνα στη Βιέννη, σε αίθουσα του δικαστηρίου της 8ης Περιφέρειας, μαζί με άλλους οκτώ αντιφασίστες διαφορετικής εθνικότητας.
Ήταν μία από τις πρώτες γυναίκες της αντίστασης που θυσιάστηκε για την ελευθερία της πατρίδας, μένοντας πιστή μέχρι το τέλος στις αρχές της.
Η Ιουλία Μπίμπα παραμένει σύμβολο θάρρους, αυταπάρνησης και αντίστασης. Η θυσία της εμπνέει τις νεότερες γενιές, υπενθυμίζοντας ότι η ελευθερία και η δικαιοσύνη κερδίζονται μέσα από αγώνες και θυσίες.
Η μνήμη της Ιουλίας παραμένει ζωντανή, καθώς αποτελεί φωτεινό παράδειγμα της ανθρώπινης δύναμης και της αγάπης για την πατρίδα.
πηγές: